Εργασίες Φοιτητών
Εργασία σε αρχείο: WORDΕργασία σε αρχείο: WORD Εκτυπώστε αυτή τη σελίδαΕκτυπώστε αυτή τη σελίδα
ΠΕΠΟΙΘΗΣΕΙΣ,  ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ  ΚΑΙ  ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ  ΤΟΥ  ΑΣΘΕΝΟΥΣ
ΚΑΙ  ΠΩΣ  ΑΥΤΕΣ  ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ  ΤΗ  ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ  ΤΟΥ  ΓΙΑΤΡΟΥ
ΑΝΑΛΥΤΕΣ :
Δάλπα Ευτέρπη Α.Μ.         
Ελευθεριάδου Βικτωρία Α.Μ.         
Κατσάνου Κατερίνα Α.Μ.         
Κεφαλά Νικολέτα Α.Μ.         
Ρενιέρη Ελευθερία Α.Μ.         
Χριστάκη Ευαλένα Α.Μ.         

Περίληψη

           Η παρούσα εργασία πραγματεύεται κατά κύριο λόγο την άμεση επίδραση που έχουν οι πεποιθήσεις και οι προκαταλήψεις, που προδιαθέτουν συνήθως έναν ασθενή στην αντιμετώπιση της ασθένειας του και στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς του απέναντι στο γιατρό. Οι εγγενείς παράγοντες που καθορίζουν τη στάση που θα πάρει τελικά ο ασθενής είναι οι εξής: κοινωνικό-οικονομικοί παράγοντες, οι οποίοι σχετίζονται με την κοινωνική θέση, το μορφωτικό επίπεδο και την οικονομική κατάσταση του ατόμου? πολιτιστικοί παράγοντες, οι οποίοι θα μπορούσαν να διακριθούν επιμέρους στις ιερατικές και θρησκευτικές αντιλήψεις του ασθενή? τέλος, ψυχολογικοί παράγοντες, που σχετίζονται με τα γνωρίσματα και τις ιδιαιτερότητες που τυχόν παρουσιάζει ο χαρακτήρας του ασθενή. Παράλληλα, στην παρούσα εργασία εκτίθονται και κάποιοι προτεινόμενοι τρόποι και μέθοδοι αντιμετώπισης των προβλημάτων που προκύπτουν από την οικοδόμηση της σχέσης μεταξύ γιατρού-ασθενή. Οι λύσεις αυτές προκύπτουν από διάφορες μελέτες και έρευνες σχετικά με το εν λόγο ζήτημα, όσο και από την προσωπική αντίληψη και γνώμη των συντακτών αυτής της εργασίας. Η παρουσίαση όλων των παραπάνω στοχεύει στην ευαισθητοποίηση γιατρών και ασθενών σχετικά με την ανάγκη ανάπτυξης μιας σχέσης αμοιβαίου σεβασμού και κατανόησης. Η υιοθέτηση των λύσεων που παρατίθενται πιθανόν να οδηγήσει σε θετικά αποτελέσματα.




ΕΙΣΑΓΩΓΗ

           Η σχέση γιατρού-ασθενούς είναι ένας αρχικός δεσμός που μπορεί να ενεργήσει ως μορφή κοινωνικής υποστήριξης και μέσα από τη σωστή αντιμετώπιση του γιατρού να οδηγήσει τελικά τον ασθενή στο να λάβει μια σωστή τοποθέτηση απέναντι στον όρο «ασθένεια». Ωστόσο μέχρι σήμερα ο ασθενής ορίζει την ασθένεια με βάση την εμπειρία των συμπτωμάτων που αυτή προκαλεί. Συνεπώς ο ορισμός της είναι ένα είδος προσωπικής εκτίμησης που πηγάζει από τις πεποιθήσεις και τις ιδέες των ατόμων για τα συμπτώματα αυτά, εάν δηλαδή είναι σημαντικά και σχετίζονται με την ασθένεια ή αν είναι ασήμαντα και φυσιολογικά. Κοινωνικό-οικονομικοί, πολιτιστικοί και ψυχολογικοί παράγοντες επηρεάζουν το άτομο και τελικά τις αντιλήψεις του για την υγεία και την ασθένεια.
            Οι ιστορικοί της ιατρικής έχουν δείξει ότι οι ορισμοί και οι κατηγορίες της αρρώστιας μεταβάλλονται από αιώνα σε αιώνα και ότι αυτές οι κατατάξεις απορρέουν από την φιλοσοφία της εποχής, όπως και από τη διαθέσιμη γνώση για το ανθρώπινο σώμα. Συχνά οι ιδέες του αρρώστου, οι απόψεις και οι γνώσεις του σχετικά με την προέλευση, τη διάγνωση και τη θεραπεία της ασθένειας, διαφέρουν από αυτές του γιατρού, ενώ πολλές φορές διαπιστώνεται ότι ο άρρωστος αγνοεί ακόμα και την ανατομία και φυσιολογία του σώματός του. Επιπλέον ο ασθενής είναι δυνατό είτε να μη γνωρίζει τη ραγδαία εξέλιξη της ιατρικής επιστήμης και της βιοϊατρικής τεχνολογίας είτε να εξακολουθεί να δέχεται ισχυρές επιδράσεις από επιστημονικές πηγές που προέρχονται από το τοπικό πολιτιστικό περιβάλλον του.
           Αν ληφθεί υπόψη και το γεγονός ότι η ιατρική επιστήμη δεν έχει διαμορφώσει ακόμα ένα συγκεκριμένο ορισμό για την αρρώστια είναι αναμενόμενο ο κοινός άνθρωπός να μην έχει μια ξεκάθαρη αντίληψη για το τι είναι αρρώστια ή τι την προκαλεί, αλλά και αυτή ακόμα η αντίληψη αναμένεται να μην ταυτίζεται με εκείνη οποιουδήποτε άλλου ανθρώπου.




ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ  -  ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ  ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ

           Η κοινωνικό-οικονομική κατάσταση του ατόμου, δηλαδή το εισόδημα, το εκπαιδευτικό επίπεδο και η κοινωνική θέση, επηρεάζει την αντίληψή του σε σχέση με την ασθένεια.
           Αρκετές μελέτες που έγιναν για τον τρόπο που σχετίζεται η κοινωνική θέση με τη στάση των ατόμων απέναντι στην υγεία κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα άτομα που προέρχονται από τις τρεις βασικές κοινωνικές τάξεις (υψηλή-μεσαία-χαμηλή) δίνουν διαφορετικό ορισμό στην ασθένεια, δεν αξιολογούν με όμοιο τρόπο τα συμπτώματα, ενώ και οι θεραπείες που επιλέγουν και θεωρούν κατάλληλες για την κάθε ασθένεια διαφέρουν μεταξύ τους.
           Μια ακόμα παρατήρηση που προκύπτει από αυτές τις έρευνες είναι ότι τα άτομα που προέρχονται από τις χαμηλότερες τάξεις παραδέχονται πολύ πιο δύσκολα το γεγονός ότι είναι ασθενείς σε σχέση με τα άτομα υψηλότερων τάξεων. Οι ασθενείς με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο συχνά εμφανίζουν ένα υψηλό επίπεδο προσδοκιών και μη ρεαλιστικές αντιλήψεις για τις ικανότητες του γιατρού και τη θεραπεία που μπορεί να τους χορηγήσει, με συνέπεια πολλές φορές να οδηγούνται στην απογοήτευση και τη μη συμμόρφωση με τις συστάσεις του γιατρού τους.




ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΕΣ  ΕΠΙΡΡΟΕΣ

          Η λέξη «πολιτισμός» με την ανθρωπολογική της έννοια, σημαίνει τη σύνθετη κληρονομιά της γλώσσας, των εργαλείων, των εθίμων και των πεποιθήσεων τα οποία ενώνουν τα μέλη μιας ομάδας μεταξύ τους έτσι ώστε να μοιράζονται έναν τρόπο ζωής τον οποίο και μεταφέρουν στους απογόνους τους. Ο πολιτισμός αποτελεί μια πρωταρχική δύναμη στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς των αντιλήψεων και των αρχών του ατόμου και διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση ιδεών σχετικά με την ασθένεια και την υγεία.
           Η διαδικασία της επιλογής μιας συγκεκριμένης συμπεριφοράς απέναντι στην υγεία και την ασθένεια δεν είναι απόλυτα συνειδητή. Αποτελεί μια σύνθετη διαδικασία κατά την οποία το άτομο απορροφά τις επικρατέστερες πεποιθήσεις του κοινωνικού του περίγυρου οι οποίες στη συνέχεια τροποποιούνται από την καθιερωμένη εκπαίδευση που λαμβάνει το άτομο και παίρνουν ατομική μορφή από την ιδιαίτερη προσωπικότητάς του.
           Ένα από τα βασικότερα υπάρχοντα συστήματα πεποιθήσεων σχετικά με την υγεία και την ασθένεια είναι αυτό το οποίο στηρίζεται στη λεγόμενη ιερατική μαγική σκέψη. Ο ιερατικός τρόπος σκέψης γύρω από την ασθένεια συναντάται ακόμα και στη σύγχρονη κοινωνία. Για παράδειγμα στη μεσόγειο είναι ευρέως διαδεδομένη η πεποίθηση ότι η ασθένεια προκαλείται από τη ζήλια, την αρρωστημένη επιθυμία ή από το κακό μάτι ενός άλλου ανθρώπου, ενώ στις δυτικές Ινδίες στη χρήση βουντού. Η ιερατική μαγική σκέψη συναντάται από τους γιατρούς ακόμα και στην καθημερινή ιατρική πρακτική τους όταν π.χ. ο ασθενής χαρακτηρίζει ένα φάρμακο καταραμένο.
           Η ιερατική μαγική σκέψη δεν αποκλείει τον ίδιο το γιατρό. Συχνά οι ασθενείς, οι οποίοι σκέφτονται με αυτόν τον τρόπο, θεωρούν το γιατρό σαν ένα είδος «μάγου» ο οποίος διαθέτει τεράστια δύναμη και μπορεί να τους θεραπεύσει. Έτσι όταν κάτι τέτοιο δε γίνεται, δηλαδή όταν ο γιατρός αποτυγχάνει να απαλλάξει τον ασθενή από το πρόβλημα, τότε κατηγορούν το γιατρό για εσκεμμένη αποτυχία. Παράλληλα η ερμηνεία της ασθένειας σχετίζεται συχνά με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του ατόμου. Η θρησκευτική ερμηνεία της ασθένειας αποδίδει τις σωματικές δυσλειτουργίες στην επιθυμητή παρέμβαση της θεότητας. Σύμφωνα με τις θρησκευτικές απόψεις ο πόνος και η ασθένεια αποτελούν θέλημα του θεού, το οποίο πρέπει κανείς να υποστεί. Η πεποίθηση αυτή βασίζεται στην ανάπτυξη του μονοθεϊσμού και της θρησκευτικής ηθικής και είναι ιστορικά πιο πρόσφατη. Η ομοιότητα με την ιερατική μαγική ερμηνεία έγκειται στο ότι και σε αυτή η ασθένεια παραμένει ένα υψηλά προσωπικό γεγονός και προέρχεται από έναν παράγοντα έξω από εκείνον που υποφέρει.
           Στη θρησκευτική ερμηνεία της ασθένειας επικρατεί η αντίληψη ότι οι σημαντικές καταστάσεις είναι συνέπεια των πράξεων του ατόμου οι οποίες έχουν οδηγήσει τη θεότητα να αντιδρά βασανίζοντας τη σάρκα. Έτσι η ασθένεια μπορεί να θεωρηθεί ως η θέληση του θεού να δοκιμάσει το σθένος ή την πνευματική αντοχή του ασθενούς ή να τιμωρήσει τον άνθρωπο για κάποια αμαρτία.
           Η θεώρηση της ασθένειας σαν μια δοκιμασία που επιβάλλεται από το θεό για τον έλεγχο της πίστης ή του σθένους του ανθρώπου παραμένει σύγχρονη. Η ερμηνεία της ασθένειας σαν τιμωρία από το θεό είναι πιθανότατα το πιο συνηθισμένο θρησκευτικό θέμα ανάμεσα στους ασθενείς. Διδαγμένοι ότι η αμαρτία φέρνει την τιμωρία είναι δύσκολο για αυτούς τους ασθενείς να αποφύγουν να ερμηνεύσουν την παρουσία του πόνου σαν τιμωρία. Η συμφορά σαν «το σταυρό που πρέπει να κουβαλήσω» ή «το θέλημα του θεού θα γίνει» παρουσιάζει ένα πολιτισμικά διαθέσιμο σχήμα για την εκτίμηση της ασθένειας.
           Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα το οποίο υποδηλώνει την επιρροή που ασκούν οι θρησκευτικές αντιλήψεις στη διαμόρφωση της τάσης του ατόμου απέναντι στην ασθένεια είναι το ακόλουθο:
Η Μαίρη είχε μεγαλώσει σε μια απομονωμένη κεντροδυτική αγροτική περιοχή και οι γονείς της ήταν μέλη μιας προτεσταντικής αίρεσης η οποία δεν επέτρεπε ιατρική παρέμβαση κανενός είδους. Στην ηλικία των 12 η Μαίρη χτυπήθηκε σοβαρά από έναν ταύρο. Η πληγή απλωνόταν από το μηρό μέχρι το γόνατο. Δεν της παρασχέθηκε καμία ιατρική φροντίδα εκτός από κάποιους απλούς επιδέσμους για να σταματήσει η αιμορραγία. Οι γονείς της δήλωσαν ότι ήταν θέλημα θεού να χτυπήσει η κόρη τους και ότι ο θεός θα αποφάσιζε αν τελικά θα ζούσε ή όχι. Η Μαίρη έζησε για να κουβαλήσει τα σωματικά και ψυχολογικά σημάδια τα οποία μαρτυρούν τις πεποιθήσεις των γονιών της.




ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΟΙ  ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ

          Οι ψυχολογικοί παράγοντες προέρχονται από το περιβάλλον του ατόμου και επηρεάζουν την αντίληψη που διαμορφώνει το άτομο για την ασθένεια. Οι παράγοντες αυτοί χωρίζονται σε περαιτέρω κατηγορίες:

  1. 1. Η υποχονδρίαση: ο υποχόνδριος δίνει ιδιαίτερη σημασία στο σώμα του. Ένας υποχόνδριος μπορεί να αναζητήσει τη θεραπεία, αλλά η ίδια η προσωπικότητα του δε θα επιτρέψει να διαρκέσει για πολύ αυτό. Έτσι θα ψάξει γρήγορα μια καινούργια αρρώστια, ώστε να αντικαταστήσει την παλιά.
  2. 2. Η ευαισθητοποίηση: οι άνθρωποι που έχουν εμπειρίες από σοβαρές ή επαναλαμβανόμενες αρρώστιες, εμφανίζουν ένα δικαιολογημένο φόβο να ξαναγυρίσουν στην παθολογική τους κατάσταση.
  3. 3. Η εξάρτηση: η έννοια «εξάρτηση» χαρακτηρίζει την τάση του ατόμου να βασίζεται στους άλλους για ικανοποίηση και υποστήριξη των αναγκών του. Η αρρώστια λοιπόν είναι μια εύκολη πρόφαση για τα άτομα αυτά ώστε να μεταβιβάσουν την ευθύνη φροντίδας του εαυτού τους στους γύρω τους.
  4. 4. Οι ενοχές: το άτομο που έχει ασυναίσθητη ενοχή, τιμωρεί και κατηγορεί τον εαυτό του με αυτοκαταστροφική μαζοχιστική συμπεριφορά. Ένα τέτοιο άτομο σκέφτεται ότι αξίζει τον πόνο και συμπεριφέρεται με τέτοιον τρόπο που βάζει την υγεία του σε κίνδυνο.
  5. 5. Η άρνηση: η άρνηση της ασθένειας αποτελεί ένα είδος αμυντικού μηχανισμού με στόχο να ξεφύγει το άτομο από το άγχος και το φόβο καθώς και από το να μη ξεβολευτεί από γεγονότα και καταστάσεις τα οποία ασυνείδητα ξέρει ότι υπάρχουν, αλλά τα οποία φοβάται ότι δεν μπορεί να χειριστεί.

          Λίγες μελέτες για την ικανοποίηση του ασθενούς επικέντρωσαν το ενδιαφέρον τους στην κατανομή του χρόνου. Πολλοί ερευνητές παρόλα αυτά επισημαίνουν ότι η διαχείριση του χρόνου είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας και πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στις έρευνες που ασχολούνται με την ικανοποίηση του ασθενή. Επιπλέον πολλές έρευνες έχουν αποδείξει ότι η φτωχή διαχείριση του χρόνου είναι ένας από τους βασικότερους παράγοντες που οδηγούν στη δυσαρέσκεια του ασθενούς.
          Απ' όλα τα παραπάνω γίνεται άμεσα αντιληπτό ότι η εργασία αυτή σκοπεύει στην επισήμανση των παραγόντων που επηρεάζουν τις αντιλήψεις του ασθενούς και άμεσα την σχέση του με το γιατρό. Γίνεται ακόμα μία προσπάθεια επίλυσης του προβλήματος μέσω των μεθόδων που προτείνονται και οι οποίες πρέπει να εφαρμοστούν και από τις δύο πλευρές προκειμένου να επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή συνεργασία μεταξύ γιατρού ασθενούς για την άμεση αποκατάσταση της υγείας του δεύτερου.




ΥΛΙΚΟ  ΚΑΙ  ΜΕΘΟΔΟΣ

          Η εργασία αυτή περιλαμβάνει και την παρακάτω έρευνα, η οποία δημοσιεύτηκε από το University of Southwestern Louisiana. Η έρευνα αυτή είναι βασισμένη στην ικανοποίηση των ασθενών όσον αφορά τη διαχείριση του χρόνου από το γιατρό και τη σχέση μεταξύ των δύο. Ο πληθυσμός που συμμετείχε στην έρευνα αποτελούνταν από άτομα, τα οποία επισκέφτηκαν το γιατρό τους το τελευταίο εξάμηνο. Στην εργασία αυτή μελετήθηκαν οι παρακάτω υποθέσεις:

  1. 1η υπόθεση: υπάρχει μια θετική σχέση μεταξύ της ικανοποίησης των ασθενών και :
    • : i) του χρόνου που περνάει ο ασθενής με τον γιατρό,
    • ii) της αντίληψης ότι ο γιατρός προγραμματίζει μόνο έναν ασθενή ανά ραντεβού,
    • iii) της αντίληψης ότι ο γιατρός διατηρεί την προσοχή του καθόλη τη διάρκεια της επίσκεψης.

  2. 2η υπόθεση: υπάρχει μια αρνητική σχέση μεταξύ της ικανοποίησης των ασθενών και:
    • i) του χρόνου αναμονής,
    • ii) του χρόνου αναμονής στο εξεταστήριο μέχρι να έρθει ο γιατρός,
    • iii) του χρόνου που μεσολαβεί από τον προγραμματισμό ενός τακτικού, όχι επείγοντος ραντεβού και του ραντεβού,
    • iv) ο χρόνος που μεσολαβεί από τον προγραμματισμό ενός επείγοντος ραντεβού και του ραντεβού,
    • v) ο αριθμός των διακοπών κατά τη διάρκεια της εξέτασης και vi) της αντίληψης ότι ο γιατρός μπορεί κατά τη διάρκεια της εξέτασης να ασχολείται και με κάτι άλλο.

  3. 3η υπόθεση: οι προσδοκίες των ασθενών θα διαφέρουν από τις αντιλήψεις τους σχετικά με:
    • i) το χρόνο που περνούν με το γιατρό,
    • ii) το χρόνο που περνούν στην αίθουσα αναμονής,
    • iii) το χρόνο αναμονής μέσα στο εξεταστήριο,
    • iv) τον αριθμό των ημερών που μεσολαβούν μεταξύ του προγραμματισμού ενός τακτικού ραντεβού και του ραντεβού,
    • v) τον αριθμό των ημερών που μεσολαβούν μεταξύ ενός επείγοντος ραντεβού και του ραντεβού,
    • vi) τον αριθμό των ασθενών που έχουν την ίδια ώρα ραντεβού,
    • vii) την προσοχή που αφιερώνει ο γιατρός στους ασθενείς,
    • viii) τον αριθμό των διακοπών κατά τη διάρκεια της εξέτασης και
    • ix) την απασχόληση του γιατρού κατά τη διάρκεια της εξέτασης με άλλα πράγματα

Για την εύρεση του υλικού της εργασίας η ομάδα εργάστηκε ως εξής: αναζήτησε πληροφορίες στο διαδύκτιο στις εξής βάσεις δεδομένων:


Και χρησιμοποίησε τις παρακάτω λέξεις κλειδιά "behavior, perceptions, impact, doctor, patient".

  • Διάβασε και αξιολόγησε τα άρθρα και κείμενα που βρήκε και επέλεξε τα σχετικά με το θέμα της εργασίας.
  • Στη συνέχεια μετέφρασε τα ξενόγλωσσα άρθρα που διάλεξε.
  • Έπειτα επεξεργάστηκε τα αποσπάσματα των κειμένων αυτών και τέλος
  • Συνόψισε τις πληροφορίες από τα διάφορα αποσπάσματα και διαμόρφωσε το κείμενο της εργασίας

Μετά από τα παραπάνω διεξήχθη μια στοιχειώδης έρευνα. Η έρευνα αυτή ανταποκρίνεται σε ένα μικρό αλλά αντιπροσωπευτικό δείγμα κατοίκων του Ηρακλείου, ηλικίας 18-60 ετών. Η έρευνα περιλαμβάνει τα εξής ερωτήματα:


Έχετε πρόβλημα με γιατρό του άλλου φίλου; 75% ΟΧΙ 25% ΝΑΙ
Εκφέρετε τις αντιρρήσεις σας όσον αφορά τη θεραπεία που σας συστήνει ο γιατρός όταν αυτή αντιτίθεται στις αντιλήψεις σας; 52% ΟΧΙ 48% ΝΑΙ
Πιστεύετε ότι η αντίληψη του ασθενούς για το γιατρό επηρεάζεται από την εμφάνισή του (ντύσιμο, καθαριότητα κτλ.); 48% ΟΧΙ 52% ΝΑΙ
Πιστεύετε ότι η στάση των ασθενών επηρεάζεται από την εθνικότητα του γιατρού; 88% ΟΧΙ 12% ΝΑΙ
Σας ενδιαφέρει το πανεπιστήμιο ή η χώρα στην οποία σπούδασε ο γιατρός; 32% ΟΧΙ 68% ΝΑΙ
Η εμπιστοσύνη στον γιατρό σας επηρεάζεται και από τον τρόπο ζωής του (πχ.συνήθειες, οικογενειακή κατάσταση, οικονομική κατάσταση κ.τ.λ.); 60% ΟΧΙ 40% ΝΑΙ
Αν το οικογενειακό σας περιβάλλον αντιτίθεται στη θεραπεία που σας προτείνει ο γιατρός σας, θα συμμορφωνόσασταν τελικά με τη θεραπεία ; 32% ΟΧΙ 68% ΝΑΙ
Αν είχατε την οικονομική δυνατότητα θα διαλέγατε να πάτε σε ιδιωτικό γιατρό ή σε γιατρό του δημόσιου τομέα;
32%
ΙΔΙΩΤΙΚΟ

44%
ΕΞΑΡΤΑΤΑΙ
ΑΠΟ ΤΟΝ
ΓΙΑΤΡΟ
24%
ΔΗΜΟΣΙΟ
Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του ιδανικού γιατρού για εσάς ; Ανιδιοτελής
Οικείος
Συνειδητοποιημένος
Εμπιστευτικός
Έμπειρος
Ευγενικός
Ευπρεπής
Ειλικρινής
Όχι ειρωνικός
Με κατανόηση
Φιλικός
Ήρεμος




ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

           1ο) Τα αποτελέσματα της έρευνας των Messner και Grasmmuck έδειξαν ότι ο μέσος όρος ικανοποίησης για όλους τους συμμετέχοντες ήταν 4,04%. Η πρώτη υπόθεση η οποία προέβλεπε θετική σχέση μεταξύ της ικανοποίησης και της αντίληψης των ασθενών για τις τρεις παραμέτρους διαχείρισης χρόνου από τους γιατρούς, επιβεβαιώθηκε πλήρως. Σημαντική θετική σχέση βρέθηκε μεταξύ της ικανοποίησης των ασθενών και του χρόνου που αφιερώνει ο γιατρός στους ασθενείς του. Η υπόθεση 2 που προέβλεπε αρνητική σχέση μεταξύ της ικανοποίησης των ασθενών και της αντίληψης τους για τις 6 παραμέτρους διαχείρισης του χρόνου από τους γιατρούς, επιβεβαιώθηκε εν μέρει.

          Σημαντική αρνητική σχέση βρέθηκε ανάμεσα στην ικανοποίηση των ασθενών και στο χρόνο που περνούν στην αίθουσα αναμονής, στο εξεταστήριο, στον αριθμό των διακοπών κατά τη διάρκεια της εξέτασης και στην παράλληλη απασχόληση του γιατρού με άλλα θέματα. Μη σημαντική σχέση βρέθηκε ανάμεσα στην ικανοποίηση των ασθενών και του αριθμού των ημερών που μεσολαβούν για ένα τακτικό προγραμματισμένο ραντεβού και ένα έκτακτο ραντεβού.

           Αναλύοντας τις διαφορές που σημειώθηκαν στην υπόθεση 3 ανάμεσα στις προσδοκίες των ασθενών και τις δηλώσεις τους για την πραγματική συμπεριφορά των γιατρών, η μεγαλύτερη σημαντική διαφορά διαπιστώθηκε στο χρόνο πού αφιερώνουν οι γιατροί στους ασθενείς τους. Οι ασθενείς δήλωσαν ότι προσδοκούν να περνούν τουλάχιστον 24 λεπτά με τους γιατρούς τους ενώ δήλωσαν ότι περνούν κατά μέσο όρο 17 λεπτά. Επίσης σημαντική διαφορά διαπιστώθηκε ανάμεσα στις προσδοκίες των ασθενών για τον αριθμό των ατόμων που έχουν την ίδια ώρα ραντεβού. Οι ασθενείς γενικά πιστεύουν ότι οι γιατροί θα πρέπει να έχουν έναν ασθενή ανά ραντεβού. Παρόλα αυτά δήλωσαν ότι πιστεύουν πως οι γιατροί στην πραγματικότητα προγραμματίζουν περισσότερους ασθενείς ανά ραντεβού.

           Επίσης τα αποτελέσματα έδειξαν και άλλες σημαντικές διαφορές μεταξύ της αναμενόμενης και της πραγματικής διαχείρισης χρόνου από τους γιατρούς. Κατά μέσο όρο οι ασθενείς πιστεύουν ότι η αναμενόμενη ώρα αναμονής στο εξεταστήριο είναι περίπου 10 λεπτά ενώ δήλωσαν ότι περιμένουν κατά μέσο όρο 15 λεπτά. Επίσης πιστεύουν ότι η αναμενόμενη ώρα αναμονής είναι περίπου 10 λεπτά ενώ στην πραγματικότητα είναι κατά μέσο όρο 37 λεπτά.

           Μικρότερες διαφορές υπήρχαν μεταξύ των ημερών που μεσολαβούν από το ραντεβού, της πλήρης προσοχής του γιατρού, της μη διακοπής της εξέτασης, της παράλληλης απασχόλησης των γιατρών.




           2ο) Τα αποτελέσματα της έρευνας που διεξήγαγε η ομάδα που είναι υπεύθυνη για αυτή την εργασία είναι τα εξής:

    • 8% των ερωτηθέντων ανδρών έχουν πρόβλημα με γιατρό αντίθετου φύλου, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τις γυναίκες ανέρχεται στο 41%. Οι υπόλοιποι ερωτηθέντες και των δύο φύλων δεν έχουν πρόβλημα για το φύλο του γιατρού.
    • 48% των ερωτηθέντων παρουσιάζει τις αντιρρήσεις του σχετικά με τη θεραπεία, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό παραμένει σιωπηλό.
    • Το 52% των ασθενών διαμορφώνουν τη γνώμη τους για το γιατρό επηρεαζόμενοι και από την εμφάνισή του.
    • Η εθνικότητα του γιατρού φαίνεται να μην επηρεάζει το 88% των ασθενών, στη σχέση τους μαζί του.
    • Επιπρόσθετα, 68% των ασθενών φαίνεται να ενδιαφέρεται για το πανεπιστήμιο στο οποίο σπούδασε ο γιατρός.
    • Επίσης δεν διαπιστώνεται σημαντική διαφορά στο ποσοστό των ασθενών των οποίων η εμπιστοσύνη επηρεάζεται από τον τρόπο ζωής του γιατρού σε σχέση με εκείνο των ασθενών που δεν ενδιαφέρεται για τις συνήθειες του γιατρού τους.
    • Ακόμη φαίνεται ότι οι ασθενείς ανεξάρτητα από την οικονομική τους δυνατότητα δε δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα στο κατά πόσο η παρεχόμενη περίθαλψη είναι δημόσια ή ιδιωτική, αλλά ενδιαφέρονται κυρίως για τις ικανότητες του γιατρού.
    • Οι προσδοκίες των ασθενών για την ιδανική εικόνα του γιατρού φαίνεται να εστιάζονται στα εξής χαρακτηριστικά: κατανόηση, ευγένεια, φιλικότητα, ειλικρίνεια, ψυχραιμία, εμπειρία και ευσυνειδησία.

 

           Συμπερασματικά είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι περίπου οι μισοί ασθενείς που ρωτήθηκαν ενδιαφέρονται για την εμφάνιση, τις συνήθειες και το πανεπιστήμιο που τελείωσε ο γιατρός, αλλά πολλοί λίγοι δίνουν σημασία στην εθνικότητά του. Τέλος, οι γυναίκες φαίνεται να δίνουν περισσότερη προσοχή στο φύλο του γιατρού, κάτι που δεν απασχολεί ιδιαίτερα τους άνδρες, αλλά και οι δύο δίνουν βάση στις δεξιότητες του γιατρού.


ΣΥΖΗΤΗΣΗ

          Είναι λοιπόν πιθανό ότι η διαχείριση του χρόνου από τους γιατρούς σχετίζεται με την ικανοποίηση των ασθενών. Στην έρευνα των Messner και Grassmuck βρέθηκε ότι δύο συγκεκριμένοι παράγοντες σχετίζονται περισσότερο με την ικανοποίηση των ασθενών: α) η πλήρης προσοχή του γιατρού προς τον ασθενή του και β) η αντίληψη ότι ο γιατρός δεν είναι απασχολημένος με άλλες εργασίες κατά τη διάρκεια της εξέτασης. Είναι ενθαρρυντικό να σημειωθεί ότι οι δύο παράγοντες είναι περισσότερο ποιοτικής παρά ποσοτικής φύσης, οπότε, πιθανώς να είναι πιο εύκολο να εκπληρωθούν από τους πιεσμένους από το χρόνο γιατρούς.

          Εξετάζοντας τη σχέση μεταξύ των προσδοκιών και των αντιλήψεων των ασθενών για τη συμπεριφορά των γιατρών η έρευνα επιτρέπει μερικά λανθασμένα συμπεράσματα. Γι’ αυτό, σύμφωνα πάντα με την έρευνα, οι διαφορές ανάμεσα στις προσδοκίες και στις αντιλήψεις των ασθενών δεν οδηγούν απαραίτητα σε δυσαρέσκεια. Μια εξήγηση για τα αποτελέσματα αυτά μπορεί να υπάρχει στη θεωρία του Pascoe ότι οι ασθενείς μπορεί να προσαρμόσουν τις προσδοκίες τους εάν δεν συμβαδίζουν με την εμπειρία τους, σε μια προσπάθεια να διαφυλάξουν μια διανοητική σταθερότητα. Ωστόσο οι γιατροί μπορούν να εκπληρώσουν καλύτερα τις προσδοκίες των ασθενών τους αν λάβουν υπόψη τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής.

          Καμιά συγκεκριμένη συμπεριφορά δεν μπορεί να λειτουργήσει ως λύση για την ικανοποίηση των ασθενών. Η βασική πιο σημαντική συμβουλή που βγαίνει από αυτή την έρευνα είναι ότι: i) οι γιατροί πρέπει να προγραμματίζουν έναν ασθενή ανά ραντεβού. ii) πρέπει να δίνουν πλήρη προσοχή στους ασθενείς τους κατά τη διάρκεια της εξέτασης και iii) να μην προγραμματίζουν τα ραντεβού των ασθενών πολύ νωρίτερα από την ώρα που αυτοί μπορούν να δεχτούν τον ασθενή.

          Την αντίληψη του αρρώστου σχετικά με την ασθένεια πρέπει να την αναγνωρίσει ο γιατρός, αν επιθυμεί να διατηρήσει μια ουσιαστική κι όχι επιφανειακή σχέση μαζί του. Η αποτυχία του να αναγνωρίσει αυτές τις διαφορετικές απόψεις, δημιουργεί στην καλύτερη περίπτωση, μόνο μία επιφανειακή αρμονία και μπορεί αυτό να οδηγήσει στην απόλυτη κατάρρευση της σχέσης γιατρού-ασθενούς. Η κατάρρευση αυτή θα σηματοδοτηθεί με το τέλος της σχέσης με ορισμένες φορές αμοιβαία καταστροφικές συνέπειες. Ο γιατρός ο οποίος επιθυμεί να διαχειριστεί καλά τη σχέση γιατρού-ασθενούς πρέπει να ξεκινήσει με το αναγνωρίσει την πολιτιστική σχετικότητα της δικής του ομάδας ιατρικών πεποιθήσεων. Πρέπει να κατανοήσει καλύτερα τον ασθενή του και να αυξήσει τη δυνατότητα συνεργασίας μαζί του, να αναγνωρίσει τα κύρια και πλέον σοβαρά συμπτώματά του και να καταλήξει σε μια σωστή διάγνωση, να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τα προβλήματα υγείας του και να προχωρήσει σε μια σωστή θεραπεία.

          Πρέπει να γνωρίζει όχι μόνο την πιθανότητα οι ασθενείς να μην υποστηρίζουν τα συμπεράσματά του, αλλά επίσης και την πιθανότητα οι ασθενείς να διαφωνούν με πολλές από τις ορθολογικά, επιστημονικά, στηριγμένες πεποιθήσεις του και αξίες του για την υγεία. Ακόμη είναι επίσης πιθανό ο γιατρός και ο ασθενής να αποτύχουν να συνειδητοποιήσουν τις διαφορετικές τους απόψεις για την αρρώστια, αφού φυσιολογικά δε θα μιλήσουν για αντικείμενα πίστης ή γνώσης και έτσι δε θα συνειδητοποιήσουν πόσο διαφορετικά μπορεί να ερμηνεύουν την ασθένεια ή να καθορίζουν την αρρώστια.

          Επιπρόσθετα πρέπει ο γιατρός να κατανοήσει τον ασθενή γιατί ως επί το πλείστον οι ασθενείς προτιμούν τους γιατρούς που έχουν την ικανότητα να αναγνωρίζουν και να σέβονται τη στάση του ασθενούς απέναντι στην αρρώστια, η οποία επηρεάζεται άμεσα από τις προσωπικές τους αντιλήψεις. Επίσης οι αποφάσεις του γιατρού πρέπει να λαμβάνονται μέσα στα πλαίσια των αντιλήψεων των ασθενών.

           Εκτός των άλλων μερικές από τις δεξιότητες του γιατρού πρέπει να είναι η αποδοχή και η αναγνώριση των ιδεών των ασθενών και η ενθάρρυνσή τους. Μια ακόμα σημαντική δεξιότητα είναι η ενσυναίσθηση, δηλαδή η ικανότητα του να μπαίνει στη θέση του ασθενούς και να κατανοεί τους προβληματισμούς του, έτσι ώστε να κερδίσει την εμπιστοσύνη του ασθενούς.

          Επιπλέον μια μέθοδος που μπορεί να ακολουθηθεί από το γιατρό στην πρώτη του επαφή με τον ασθενή είναι το «ενεργό άκουσμα», με το οποίο διευκρινίζονται επακριβώς τα στοιχεία που οι ασθενείς θεωρούν σημαντικά. Ο γιατρός πρέπει να έχει οπτική επαφή με τον ασθενή στην αρχή της συζήτησης και να την διατηρήσει σε λογικά χρονικά διαστήματα για να δείξει το ενδιαφέρον του. Ο γιατρός πρέπει να ενθαρρύνει τον ασθενή να αποκαλύπτει επακριβώς την ακολουθία των συμπτωμάτων που παρατηρήθηκαν καθώς και τις χρονικές περιόδους που αυτά συνέβησαν. Αυτό βοηθά τον ασθενή να θυμηθεί την εμπειρία του, να αισθανθεί ότι τον καταλαβαίνει ο γιατρός και να αντιμετωπίσει το πρόβλημά του. Ο γιατρός πρέπει επίσης να αποφεύγει να διακόπτει τον ασθενή και να τον αφήνει να ολοκληρώσει τις σημαντικές δηλώσεις του, ενώ καλό είναι να συνοψίζει τις πληροφορίες που ακούει από τον ασθενή έτσι ώστε να του δοθεί η ευκαιρία να αποφύγει οποιαδήποτε παρανόηση των γεγονότων.

          Ακόμα και όταν ο γιατρός είναι ενήμερος για τη σημασία που έχουν οι προοπτικές των ασθενών στις αποφάσεις τους για τη θεραπεία μπορεί να είναι δύσκολο να τις κατανοήσει. Οποιοσδήποτε γιατρός υπάρχει πιθανότητα να συνεργάζεται με ασθενείς που έχουν ένα ευρύ φάσμα προοπτικών, προτεραιοτήτων και εμπειριών. Οι περισσότεροι γιατροί βλέπουν τους ασθενείς τους στο ιατρείο ή στο νοσοκομείο και σπάνια στα σπίτια των ασθενών τους, στις καθημερινές ζωές τους ή στον τόπο εργασίας τους. Μαζί αυτά τα γεγονότα καθιστούν δύσκολο για οποιοδήποτε γιατρό να ξέρει πως ένας μεμονωμένος ασθενής θα ανταποκρινόταν στη θεραπευτική αγωγή χωρίς τη συνεργασία του ίδιου του ασθενή. Διάφορα απλά βήματα μπορούν να ακολουθηθούν για τη λύση του προβλήματος:
          Το πρώτο βήμα είναι να αναγνωριστεί ότι ενώ οι γιατροί γνωρίζουν περισσότερα για την ανατομία, την παθοφυσιολογία, τη φαρμακολογία και όλες τις ιατρικές επιστήμες από την πλειοψηφία των ασθενών τους, οι ασθενείς φέρουν μια κρίσιμη συμπληρωματική πείρα. Οι ασθενείς ξέρουν περισσότερα από τους γιατρούς τους για την καθημερινή τους ζωή, τις αξίες τους, τους στόχους και τις προτεραιότητες τους, καθώς επίσης και για τις παρενέργειες της θεραπείας. Οι πληροφορίες που οι ασθενείς εκθέτουν στη διαδικασία της εξέτασης, είναι σημαντικές για τη λήψη μιας καλής απόφασης. Οι ασθενείς θα μπορούσαν να μπουν στο ιατρείο με τα παράπονά τους και οι γιατροί θα μπορούσαν να παρέχουν μια λύση για αυτά. Δυστυχώς όμως αυτή η προσδοκία δεν ανταποκρίνεται στην ελληνική πραγματικότητα. Δεδομένου ότι όλες σχεδόν οι θεραπείες έχουν παρενέργειες και ποικίλες πιθανότητες αποτυχίας, η σωστή θεραπευτική αγωγή εξαρτάται από τους στόχους του ασθενή και τον αντίκτυπο της νόσου στη ζωή του.
          Στο δεύτερο βήμα θεμελιώνεται μια συνεργασία με τον ασθενή. Η συνεργασία αυτή και η λήψη κοινών αποφάσεων είναι τόσο σημαντική όσο και οι πληροφορίες που συλλέγονται. Όπως συζητείται παραπάνω, οι ασθενείς που συμμετέχουν ενεργά στη λήψη αποφάσεων έχουν άμεση βελτίωση της υγείας τους. Η συνεργασία με τον ασθενή απαιτεί ο γιατρός όχι μόνο να μάθει για τον ασθενή, αλλά και από τον ασθενή. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να μάθει από αυτόν για αυτό που του συμβαίνει αφότου εγκαταλείπει το ιατρείο ή το νοσοκομείο, για το λόγο ότι συνήθως η θεραπευτική αγωγή που του χορηγείται αποτυγχάνει διότι είναι πρακτικά αδύνατο να εφαρμοστεί στον καθημερινό τρόπο ζωής του ασθενή.

          Από την προσέγγιση των παραγόντων που καθορίζουν την αλληλεπίδραση της σχέσης γιατρού-ασθενούς καθώς επίσης και από τα αποτελέσματα που προέκυψαν από σχετικές έρευνες που διεξήχθησαν γίνεται αντιληπτό ότι η προσπάθεια θεραπείας ενός ασθενούς είναι δυνατό να οδηγήσει σε επιτυχή αποτελέσματα μόνο εάν συνειδητοποιήσουν οι άμεσα σχετιζόμενοι τον αμφίδρομο χαρακτήρα της σχέσης τους. Έτσι, ο γιατρός από την πλευρά του πρέπει να κατανοήσει τις προσδοκίες του ασθενή και να διαμορφώσει κατάλληλα τη συμπεριφορά του για τη μέγιστη ικανοποίησή του. Παράλληλα και ο ίδιος ο ασθενής οφείλει να αναπτύξει την κριτική του ικανότητα απέναντι στα ζητήματα που αφορούν στην υγεία και να δείξει σεβασμό και εμπιστοσύνη στο δύσκολο και απαιτητικό λειτούργημα του γιατρού. Με τον τρόπο αυτό θα συμβάλλουν αποτελεσματικά στη δημιουργία μιας υγιούς και αποδοτικής σχέσης που θα οδηγήσει στην άμεση αποκατάσταση της υγείας του ασθενούς. Οι μέθοδοι και οι λύσεις που προτείνονται μέσω της εργασίας είναι πολύ πιθανό να οδηγήσουν σε θετικά αποτελέσματα.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. Denise Judice, M.A.; Patricia Rockwell, Ph.D.(1999). Patient Perceptions of Physicians Time Management Behaviors: Satisfaction and Expectations. The International Electronic Journal of Health Education, 2:76-80
  2. Shirley M. Johnson, Margot E. Kurtz. Influence of name usage on patient satisfaction with health care experiences. Department of Family and Communinity Medicine Michigan State University
  3. Eivind Meland. (1995) Patient centered method and self directed behavior change. Department of Public Health and Primary Health Care
  4. Warren J. Ferguson, MD; Lucy M. Candib, MD.(2002) Culture, Language, and the Doctor-Patient Relationship. Modern Culture and Physician-Patient Communication, 34(5): 353-61
  5. Jody Heymann, MD, Ph.D. (1997). Building partnerships with patients. Harvard School of Public Health Boston, Massachusetts
  6. David B. Adams, Ph.D., FAClinP. (1998). Psychological aspects of disability. Impact of Anxiety & Depression Upon Surgical Candidacy.What the Patient Hears. Board Certified in Clinical Psychology, ABPP
  7. Dr.Joseph Mercola. (2002). Doctors need key communication skills. British Medical Journal, 325:697-700
  8. Hershkovitz A, Rothschild BM, Rose JH, Hornick T, O’Toole EE.(2001). Medical care perceptions in elderly patients with muscoskeletal complaints. Department of Health & Human Services, 3(11): 822-7
  9. Judith Rasband. "Patient have choices to make also. They will choose the more professional looking physician."
  10. Dr.Leon James. (1985). Affective and Cognitive Resistance to a More Healthy Lifestile. Department of Psychology University of Hawaii
  11. Paul Drew. (2001). Spot on the patient. University of York, UK, pp.261-268